Ο Κένταυρος και η Χορεύτρια στο ανάγλυφο του Κάστρου της Λαμίας. Μια συμβολική επιστροφή

Εκτύπωση
Κατηγορία: Ανακοινώσεις-Προκηρύξεις
Τελευταία Ενημέρωση στις Σάββατο, 24 Δεκεμβρίου 2022

Ο Κένταυρος και η Χορεύτρια στο ανάγλυφο του Κάστρου της Λαμίας.

Μια συμβολική επιστροφή

Τις πρωινές ώρες της 16ης Μαΐου του 2022 εκτελέστηκε μία συμβολική πράξη στο Κάστρο της Λαμίας, το εμβληματικότερο μνημείο της πόλης. Στην τετράπλευρη κόγχη, πάνω από το υπέρθυρο της νότιας πύλης του, τοποθετήθηκε πιστό αντίγραφο ανάγλυφης πλάκας, η οποία αποσπάστηκε από εκεί στα μέσα του 19ου αι., όταν ακόμη το κάστρο λειτουργούσε ως φρούριο.

Περιηγητές που επισκέφθηκαν το Κάστρο της Λαμίας κατά τον 18ο και 19ο αι. παρατήρησαν μια μαρμάρινη πλάκα με ανάγλυφη παράσταση πάνω από μια πύλη του. Η πρώτη αναφορά έγινε το 1706 από τον Γάλλο περιηγητή PaulLucas, ο οποίος παρατήρησε «…επί λευκού μαρμάρου ανάγλυφον παριστών εν μεν πρόσωπον κρούον όργανον ικανώς όμοιον προς λύραν, πλησίον δε τούτου έτερον μικρόν πρόσωπον, έχον την κεφαλήν κεκαλυμμένην …και εις στάσιν προσώπου, όπερ έμελλε να χορεύση…». Γύρω στο 1821, το είδε ο FelixBeaujour, ο οποίος ταύτισε τις μορφές με τον Κένταυρο Χείρωνα και τον Ηρακλή. Τελευταίος είδε το ανάγλυφο ο ιστορικός Ιωάννης Βορτσέλας κατά το 1860, όντας μαθητής του Γυμνασίου Λαμίας. Το 1868 αναφέρθηκε σχετικά σε επιθεωρητές του Γυμνασίου, ερμηνεύοντας τις μορφές ως τον Κένταυρο Χείρωνα ή τον Φοίνικα που διδάσκουν μουσική στον Αχιλλέα. Έκτοτε το ανάγλυφο χάθηκε από την πύλη του Κάστρου της Λαμίας και η τύχη του αγνοούνταν μέχρι το 2009.

Στο Αρχείο της Αρχαιολογικής Εταιρείας, ο αείμνηστος αρχαιολόγος καθηγητής Γιώργος Δεσπίνης εντόπισε αναφορές για το ανάγλυφο, στο χειρόγραφο Ημερολόγιο Υπηρεσίας που κρατούσε ο Π. Ευστρατιάδης, όταν ήταν Γενικός Έφορος Αρχαιοτήτων (14 Οκτωβρίου 1863-1 Μαρτίου 1884). Εκεί καταγράφεται ότι με ενέργειες της Διεύθυνσης Μηχανικού του Υπουργείου Στρατιωτικών, το ανάγλυφο μεταφέρθηκε από τη Λαμία στο φρουραρχείο Πειραιώς και στις 2 Δεκεμβρίου 1869 κατατέθηκε στη συλλογή της Αυλής του Κεντρικού Μουσείου, όπως ονομαζόταν αρχικά το Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας, προτού μετονομαστεί σε Εθνικό. Η προέλευση του ανάγλυφου δεν καταγράφηκε στα ευρετήρια του Εθνικού Μουσείου και τελικά αυτό κατέληξε το 1915 στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, όπου μεταφέρθηκαν όλα τα βυζαντινά γλυπτά από τη συλλογή του Εθνικού. Σήμερα αποτελεί ένα από τα παλαιότερα και εμβληματικότερα αντικείμενα της μόνιμης έκθεσης του Μουσείου, στην οποία εκτίθεται ως αναπόσπαστο τμήμα της ενότητας «Δημόσιος και ιδιωτικός βίος: Ο διάκοσμος των κοσμικών κτηρίων».

Η πλάκα είναι λαξευμένη σε γκριζογάλανο μάρμαρο και σώζεται σε διαστάσεις 0,94x0,72μ. Η άνω πλευρά της λείπει. Ο Κένταυρος στρέφει κατενώπιον το ανθρώπινο κορμί του και το κεφάλι του, που πλαισιώνεται από πλούσια «δαιδαλική» κόμμωση. Το πίσω μέρος και τα πόδια του αλογίσιου σώματος λείπουν. Φορά υψηλό υφασμάτινο κάλυμμα κεφαλής με πτυχώσεις που υποδηλώνονται με εγχαράξεις και χιτωνίσκο με τριγωνικές απολήξεις. Κρατά μουσικό όργανο, όμοιο με λαγούτο, από το άκρο του οποίου κρέμεται μια κορδέλα. Στο βάθος δεξιά εικονίζεται μετέωρη μια μικρή γυναικεία μορφή που χορεύει. Φορά μακρύ ένδυμα ζωσμένο στη μέση, με μακριά φαρδιά χειριδωτά μανίκια, χαρακτηριστικό των χορευτριών. Έχει όμοια κόμμωση με του κενταύρου και φορά μακρύ υφασμάτινο κάλυμμα κεφαλής. Ένα κυπαρίσσι ολοκληρώνει την παράσταση στα δεξιά. Πιθανότατα η παράσταση συνεχιζόταν προς τα αριστερά σε δεύτερη πλάκα. Παράλληλη σχεδόν περίπτωση παράστασης, με αυτή του ανάγλυφου του Κάστρου της Λαμίας, καταγράφεται σε ξύλινο θυρόφυλλο του ναού του Αγίου Νικολάου στην Αχρίδα (12ος-13ος αι.). Ο συμβολισμός τέτοιων κοσμικών παραστάσεων είναι αρκετά ασαφής και επιδέχεται διαφορετικές ερμηνείες, καθώς αυτές συνήθως δεν συνοδεύονται από επιγραφές.

Το ανάγλυφο χρονολογείται μεταξύ του 11ου, 12ου και πιο πρόσφατα στον 13ο αι., λόγω των τεχνικών αδεξιοτήτων στην κατασκευή του. Η αρχική χρήση του ενδεχομένως σχετιζόταν με την διακόσμηση κάποιου κοσμικού κτηρίου της πόλης ή του κάστρου. Αργότερα ένα τμήμα του επαναχρησιμοποιήθηκε για τον διάκοσμο της πύλης του Κάστρου της Λαμίας πριν την οθωμανική επικυριαρχία, πιθανότατα κατά την καταλανοκρατία.

Η ταύτιση του ανάγλυφου σχεδόν συνέπεσε χρονικά με τις εργασίες του ενταγμένου στο ΕΣΠΑ 2007-2013 έργου «Συντήρηση τειχών Κάστρου Λαμίας – Αποκατάσταση του ΝΑ τμήματος του Κάστρου και της Νότιας Πύλης του» και αποτέλεσε μείζονος σημασίας ιστορική είδηση για την πόλη. Με αφορμή την έναρξη του μακρόχρονου έργου συντήρησης των τειχών του Κάστρου της Λαμίας, η Εφορεία Αρχαιοτήτων Φθιώτιδος και Ευρυτανίας σε συνεργασία με την Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεώτερων Μνημείων και το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο εκτέλεσαν στις απαραίτητες ενέργειες για την έγκριση της κατασκευής από ανθεκτικό υλικό ενός αντιγράφου του ανάγλυφου. Στο πωλητήριο του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου εκτίθεται ένα γύψινο αντίγραφο του ανάγλυφου κατασκευασμένο από τον γλύπτη Χρήστο Πόνη. Με βάση αυτό εκπονήθηκε η τεχνική έκθεση για την παραγωγή του αντιγράφου από τον ίδιο γλύπτη σε συνεργασία με την συντηρήτρια Ιωάννα Παπαϊωάννου. Το εκμαγείο κατασκευάστηκε στο εργαστήριο λίθου του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου από κλιμάκιο της Διεύθυνσης Συντήρησης Αρχαίων και Νεώτερων Μνημείων. Την 16η Μαΐου 2022, κλιμάκιο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Φθιώτιδος και Ευρυτανίας τοποθέτησε το αντίγραφο του ανάγλυφου με τον Κένταυρο και την Χορεύτρια στην κόγχη του υπερθύρου της νότιας πύλης του Κάστρου Λαμίας, ολοκληρώνοντας συμβολικά την επιστροφή του στο μνημείο που ανήκει, μετά από απουσία 153 χρόνων.

 

Βασική βιβλιογραφία:

Ιωάννης Βορτσέλας, Φθιώτις, η προς Νότον της Όθρυος, ήτοι απάνθισμα ιστορικών και γεωγραφικών ειδήσεων από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι των καθ’ ημάς, Αθήναι, 1907, 3-4.

Γιώργος Δεσπίνης, «Το ανάγλυφο του Κάστρου της Λαμίας», στο Για τον Γιώργο Δεσπίνη, Βιβλιοθήκη του Μουσείου Μπενάκη, Τιμής Ένεκεν-3, Αθήνα, 2010, 95-105.

Γιώργος Πάλλης, Από τη Λαμία στο Ζητούνι, Ανασυνθέτοντας μια μικρή βυζαντινή πόλη, εκδ. Gutenberg, Αθήνα, 2020, 125-129.

Μαρία-Φωτεινή Παπακωνσταντίνου, Το Κάστρο της Λαμίας, Αθήνα, 1994, 16, εικ. 10, 18.

Τριαντάφυλλος Παπαναγιώτου, Ιστορία και Μνημεία της Φθιώτιδος, εν Αθήναις 1971, 92-93, εικ. 31.

 

Γενική Επιμέλεια: Ευθυμία Καράντζαλη, Δρ Αρχαιολόγος, Προϊσταμένη ΕΦΑΦΕΥ

Τεχνικό κλιμάκιο ΕΦΑΦΕΥ: Χρήστος Βαποράκης, Προϊστάμενος Τμήματος Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης και οι εργατοτεχνίτες: Δημήτριος Κουλαρμάνης, Πέτρος Σκεπετάρης, Αθανάσιος Τσέλος.

Εξωτερικός συνεργάτης: Himi Askeri

Επιμέλεια video: Αλεξία Υφαντή, Αρχαιολόγος

Δείτε το βίντεο εδώ, την παρουσίαση εδώ και φωτογραφίες εδώ